Cover

Αρχή και τέλος

Περπατούσε μόνη της στον ήρεμο δρόμο. Η πυκνή θαλπωρική ομίχλη έκρυβε τη φιγούρα της από το αδιάκριτο βλέμμα του φεγγαριού. Η νύχτα ψιθύριζε ένα γλυκό νανούρισμα στα δέντρα. Μια μελωδία γλυκιά, απλή, σαν το χιόνι που λιώνει. Ήρεμα αναστέναζε και σκόρπιζε αστράφτοντας στον ουρανό.

 

Μια τέτοια νύχτα λοιπόν ήθελε να συναντήσει τους νεκρούς της. Τους ένοιωθε γύρω της, τώρα καθώς περπατούσε, όμως δε τους φοβόταν πια. Πότε πότε μόνο της έλειπαν και ήθελε να τους μιλήσει. Ο θάνατος είχε περάσει τόσες φόρες διπλά της που πλέον την άφηνε να τριγυρνά ανενόχλητη στα λημέρια του.

 

Κάθισε στο παγκάκι και ρούφηξε βαθιά τη μυρωδιά των αναστημένων ελάτων. Σε λίγο ήρθε και κάθισε δίπλα της. Αχ πόσο χάρηκε! Τον αγαπούσε με μια αγνή απλότητα. Ακόμα κι όταν το κορμί της σταμάτησε να δείχνει την αγάπη του η ψυχή της δε σταμάτησε.

 

Της έπιασε το χέρι και το έσφιξε μες το δικό του. Ένα δάκρυ κύλησε, μα ενοχλημένο έφυγε γρήγορα. Να, τώρα οι δυο τους κάθονται δίπλα δίπλα στο εχέμυθο παγκάκι, μες το λευκό χιόνι. Έπεσε στην αγκαλιά του και έκλαψε. Έκλαψε για όλα όσα το γέρικο κορμί της κρατούσε πεισματικά. Ο έρωτας, η αγάπη, τα νιάτα, η σιγουριά του αγαπημένου αγγίγματος. Ύστερα ένα ένα άρχισαν να χάνονται και η ομίχλη αυτή της τα θυμίζει.

 

Έκατσαν ώρες πολλές έτσι απλά αγκαλιασμένοι, μη μιλώντας. Πρέπει να φύγει τώρα όσο η νύχτα είναι γλυκιά ακόμη. Άφησε το χέρι του, σηκώθηκε, κοίταξε το άδειο παγκάκι και τα μάτια της θόλωσαν.

 

Πήρε το δρόμο του γυρισμού. Μόνη. Θα παρακαλέσει πάλι σήμερα, σαν έρθει, το θάνατο να τη λυπηθεί και να την αφήσει να μείνει μαζί του. Αυτή τη φορά για πάντα.

 

Πύκνωσε η ομίχλη, χάθηκε η φιγούρα της. Έμειναν μόνο τα βήματα της στο χιόνι. Μα κι αυτά κάπου κουράστηκαν και σταμάτησαν...

Impressum

Tag der Veröffentlichung: 08.04.2015

Alle Rechte vorbehalten

Widmung:

Nächste Seite
Seite 1 /